Πριν τοποθετήσει τις κερήθρες για τρύγο στον μελιτοεξαγωγέα, αφαιρεί το λεπτό στρώμα του προαναφερθέντος κεριού, παρασύροντας μοιραία και λίγο μέλι.
Ο πατέρας μου ανέκαθεν απευθυνόταν στο συγκεκριμένο υλικό που προέκυπτε,
το κερί δηλαδή με το μέλι, ως τσίπουρα.
Όταν κάποτε μυήθηκα στο τσίπουρο, δεν συνδύασα τις δυο λέξεις και άργησα πολύ να καταλάβω ότι το απόσταγμα ενός ωραίου τσίπουρου δεν είναι κατ ανάγκη από στέμφυλα, αλλά μπορεί να είναι και από σύκα, κεράσια και ότι άλλο βάζει ο ανθρώπινος νους ότι μπορεί να κάνει ζύμωση.
Κάποτε μετά από ένα ατύχημα με έναν αυτοσχέδιο ηλιακό κηροτίκτη ξέχασα μέλια νερά και κεριά σε ένα δοχείο που το χτύπαγε ο ήλιος για κάνα δυο μήνες. Όταν το άνοιξα για να το αδειάσω έκπληκτος μύρισα ένα εντονότατο άρωμα ξυδιού. Μετά φίλοι μου εξήγησαν ότι τόσο από τη μάζα του μελιού με τα κεριά, όσο και από τα μελόνερα που μπορεί να προκύψει με ζύμωση ένα ιδιαίτερα δυνατό αλκολούχο ποτό, αρκετά πάνω από 40 κάτι βαθμούς η λεγόμενη μουντοβίνα.
Κι ενώ και την πληροφορία είχα και είχα διαβάσει για αυτή στο θουρίδες και μελισσοκήπια του Σπέη δεν είχε σταθεί δυνατόν να δοκιμάσω μέχρι χτες.
Ο Ίγκορ λοιπόν ευγενικά με προμήθευσε ένα μπουκάλι μουντοβίνα, αγνώστου μελισσοκόμου (με τον οποίο έχει προσωπικές σχέσεις) από τη βόρειο Έλλάδα, η οποία ήταν καταπληκτική και έχει ήδη μπει στην κατάψυξη. Πιθανολογώ ότι ο μάστορας μπορεί να έχει βοηθήσει λίγο τα αρώματα πολύ διακριτικά με μαστίχα, αλλά τελικά, μετά την έντονη γεύση του οινοπνεύματος, το άρωμα που επικρατεί στην επίγευση που μένει στο στόμα είναι καθαρά αυτό της πρόπολης και είναι εκπληκτικό.
Άλλες αναφορές που έχουν γίνει στο μέλι και το αλκοόλ εδώ κι έχουν να κάνουν με ζύμωση είναι το κρασί από μέλι ενώ βέβαια έχουμε και τις μίξεις μπίρας και φυσικά του ρακόμελου.
Πηγη https://www.bees.gr/