Των μελισσοκόμων Ιωάννη και Δημήτρη Σενκό
Εδώ και μέρες προσπαθώ να αποτυπώσω γραπτά τις σκέψεις και τους προβληματισμούς που βασανίζουν το μυαλό μου ως μελισσοκόμο. Είναι κοινή παραδοχή πως η μελισσοκομία αποτελεί έναν από τους πιο επιδραστικούς κλάδους για τη φύση και τον άνθρωπο, δυστυχώς όμως δεν έχει λάβει την προσοχή που της αρμόζει.
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια στροφή προς τον κλάδο της μελισσοκομίας με την ενασχόληση όλο και περισσότερων νέων μελισσοκόμων που δεν προέρχονται από «μελισσοκομική» οικογένεια ή δεν έχουν την σχετική τεχνική κατάρτιση επί του θέματος. Ένα από αυτά τα άτομα είμαι και εγώ -παρόλο που η οικογένειά μου έχει μελισσοκομική παράδοση- έφυγα από τον τομέα σπουδών μου και αποφάσισα να ασχοληθώ με αυτό που μου αρέσει δηλαδή τις μέλισσες. Δυστυχώς, με θλίψη παρατηρώ καθημερινά τα τεκταινόμενα στο μελισσοκομικό χώρο και διαβλέπω ένα αμφίβολο μέλλον για το επάγγελμά μου, τη μελισσοκομία.
Η κύρια πηγή εσόδων του μελισσοκόμου είναι το μέλι και παρά το ξηροθερμικό κλίμα και τις ιδιαίτερες συνθήκες της χώρας μας, το μέλι μας εξακολουθεί να είναι ποιοτικό, σε σχέση με άλλες χώρες ενώ δυστυχώς βρισκόμαστε χαμηλά σε απόδοση μελιού ανά κυψέλη. Φέτος με το εκτεταμένο κύμα ακρίβειας και ιδιαίτερα το αυξημένο κόστος ενέργειας, το κόστος παραγωγής, στον πρωτογενή τομέα έχει τριπλασιαστεί και δεν ξέρουμε που θα σταματήσει. Για να είσαι παραγωγικός μελισσοκόμος, κάθε μέρα πρέπει να είσαι στο δρόμο, μιας και όπως λένε και οι παλιοί μελισσοκόμοι “το πετρέλαιο φέρνει το μέλι”.
Καθημερινά λοιπόν διασχίζω κατ’ ελάχιστο 150km με το μελισσοκομικό φορτηγό. Είναι τέτοια η φύση της δουλειάς μας που η νομαδική μελισσοκομία αποτελεί τη μόνη βιώσιμη επιλογή. Το “κυνήγι” λοιπόν των ανθοφοριών κάθε 15-20 μέρες, είτε για παραγωγή, ανάπτυξη ή συντήρηση των μελισσιών μας είναι μονόδρομος. Με το πετρέλαιο να συνεχίζει να ανεβαίνει -τη στιγμή που γράφω το κείμενο είναι στα 2.1€ και όταν ξεκίνησα να το γράφω ήταν 1.80€- πριν πραγματοποιήσουμε το δρομολόγιο προς μια απομακρυσμένη νομή το υπολογίζουμε με μεγάλη προσοχή γιατί το λάθος πλέον είναι ασυγχώρητο. Από προσωπική εμπειρία αναφέρω πως φέτος ακυρώσαμε τα δρομολόγια για την παραγωγή του έλατου γιατί τα έξοδα ήταν πολύ περισσότερα συγκριτικά με τις οικονομικές αποδόσεις που έχει η συγκεκριμένη νομή τα τελευταία χρόνια.
Σε ένα μελισσοκομείο δεν υπάρχουν μόνο τα παραγωγικά μελίσσια, αλλά και οι παραφυάδες, που θα αποτελέσουν τη βάση για την παραγωγή της επόμενης χρονιάς. Για να φτάσουν όμως σε αυτό το σημείο, πρέπει από την τρέχουσα χρονιά να μπουν οι βάσεις για να μπορέσουν να γίνουν τελικά παραγωγικά μελίσσια. Η διαδικασία αυτή απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, πολλά χιλιόμετρα για εντοπισμόγύρης και νέκταρος και επειδή οι απαιτήσεις τους είναι αυξημένες, μπορεί να χρειαστούν βοηθητική τροφοδοσία. Αυτό σημαίνει αγορά ζάχαρης… κάτι που είναι οικονομικά ασύμφορο με τη σημερινή τιμή της ζάχαρης (1,30€). Με το κόστος παραγωγής να έχει τουλάχιστον διπλασιαστεί, η τιμή πώλησης παραμένει σταθερή, είτε πρόκειται για χονδρική είτε για λιανική.
Το θέμα είναι εμείς σαν μελισσοκόμοι τι μπορούμε να κάνουμε για να βελτιώσουμε τη θέση μας;
Στην χονδρική την τιμή και τον τρόπο πληρωμής τον καθορίζει ο έμπορος ενώ στη λιανική ο ανταγωνισμός, πολλές φορές μάλιστα με «βαπτισμένα» μέλια από τρίτες χώρες. Παρόλο που ο Έλληνας καταναλωτής καταναλώνει ετησίως 1,3kg μέλι ανά άτομο, σημαντικά περισσότερο από άλλες χώρες, (για παράδειγμα στις ΗΠΑ, όπου η κατανάλωση είναι 500-600gr), η διαπραγματευτική δύναμη των μελισσοκόμων ως προς την τιμή των προϊόντων τους παραμένει χαμηλή. Σε πολλές χώρες δε, το μέλι δεν θεωρείται είδος πρώτης ανάγκης, που σημαίνει πως και να το στερηθεί ο καταναλωτής δε θα τον επηρεάσει τελικά. Με την κατάσταση που υπάρχει τώρα στο παγκόσμιο οικονομικό στερέωμα, πιστεύω πως στη μελισσοκομία θα δούμε να χάνονται πολλές θέσεις εργασίας.
Ήδη βλέπω παιδιά στην ηλικία μου (κοντά στα 30) που είχαν (έχουν) ενταχθεί στα προγράμματα νέων αγροτών, να παρατάνε τη μελισσοκομία ή να την ασκούν ως δεύτερο επάγγελμα, μιας και αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις ολοένα και διογκούμενες οικονομικές δυσκολίες. Ενόψει του καινούριου προγράμματος νέων αγροτών και επειδή υπήρξε μεγάλο ενδιαφέρον για την ένταξη νέων μελισσοκόμων, έκρινα σωστό να γράψω μερικά πράγματα που με απασχολούν Ας δούμε και λίγο τα πράγματα με αριθμούς κάνοντας μια μικρή αναζήτηση στο διαδίκτυο έπεσα πάνω σε δυο εργασίες, την ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ του ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΠΑΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ 2010 και την ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ του Παπανικολάου Νικολάου 2018. Ας δούμε το κοστολόγιο του μελιού σε χονδρική και λιανική.
Εδώ θέλω να σημειώσω ότι 10 χρόνια μετά οι τιμές αυτές δεν έχουν αλλάξει σημαντικά! Από προσωπική εμπειρία και αφού ανήκω και στις δυο παραπάνω κατηγορίες πώλησης μπορώ να πω πως η λιανική κυμαίνεται από 7 – 16 €/kg (και αυτό ανάλογα με την περιοχή που δραστηριοποιείται ο μελισσοκόμος) ενώ η χονδρική κυμαίνεται από 3 – 4 €/kg (ανεξαρτήτου περιοχής) . Αφού είδαμε την ετήσια παραγωγή και την τιμή πώλησης του μελιού ας δούμε το κόστος παραγωγής του μελιού σύμφωνα με την εργασία του 2010 (Εικ. 2).
Το κόστος παραγωγής μελιού το 2010 ήταν στα 4,2 €/kg και θεωρούνταν ικανοποιητικό σήμερα με όλες τις αυξήσεις που έχουν πάρει όλα τα προϊόντα καταλαβαίνετε ότι το κόστος παραγωγής έχει εκτοξευθεί! Μόνο και μόνο γι’ αυτό και επειδή το μέλι δε θεωρείται είδος πρώτης ανάγκης το μέλλον του μάλλον κρίνεται αβέβαιο.
Υγ.: Μην ξεχνάμε τις περσινές φωτιές που κατέκαψαν την Εύβοια και κατέστρεψαν το μεγαλύτερο μέρος του Πευκοδάσους που έμπαινε ο κυριότερος όγκος των μελισσοκόμων με σκοπό να παραχθεί το μέλι πεύκου που αποτελεί το 60% της παραγωγής ελληνικού μελιού και το αναφέρω αυτό γιατί όσο πλησιάζουμε προς το κλείσιμο της σεζόν οι δυνατότητες των μελισσιών περιορίζονται. Με το κόστος παραγωγής στα ύψη και με αυτές τις τιμές πώλησης θα περιοριστούν κατά πολύ και οι οικονομικές δυνατότητες των μελισσοκόμων και σε συνδυασμό με τη μείωση παραγωγής λόγω της πυρκαγιάς το 60% μπορεί να μειωθεί ακόμα περισσότερο. Για να μπορέσει να είναι βιώσιμη η μελισσοκομία με όλες αυτές τις προσαύξησης που κατακλύζουν το μελισσοκόμο θα έπρεπε και η τιμή μελιού να αυξηθεί.
Δυστυχώς σε μια ελεύθερη αγορά τις αποφάσεις τις παίρνουν άλλοι, εκτός του μελισσοκόμου και ειδικά στην χονδρική που τελικά επηρεάζει και την λιανική. Πρέπει κάποια στιγμή να πάρουμε στα σοβαρά τα οφέλη της μέλισσας, όπως για παράδειγμα τα οφέλη της επικονίασης και να πάρουμε ως παράδειγμα άλλες ευρωπαϊκές χώρες π.χ. την Ισπανία που επιδοτεί τους μελισσοκόμους στην επικονίαση της άγριας φύσης. Μην ξεχνάμε δε, πως με την επικονίαση μπορεί να αυξηθεί 30% -60% η παραγωγή γεωργικών προϊόντων με ότι μπορεί να σημαίνει αυτό για τη βιωσιμότητα μιας γεωργικής εκμετάλλευσης.
Πηγή www.ypaithros.gr