Η πορεία συσσώρευσης χειμερινού ψύχους στη Νάουσα μέχρι και τον Δεκέμβριο 2022
Αρνητικές επιπτώσεις σε ορισμένες καλλιέργειες όπως τα φυλλοβόλα οπωροφόρα δένδρα, έχει δημιουργήσει η ασυνήθιστη για την εποχή καλοκαιρία και οι υψηλές θερμοκρασίες, με τους αγρότες και τους γεωπόνους να εκφράζουν την ανησυχία τους για την πορεία της συσσώρευσης ψύχους.
Η ροδακινιά όπως και άλλα φυλλοβόλα οπωροφόρα δένδρα έχουν αναπτύξει ένα μηχανισμό προσαρμογής για να μπορούν να επιβιώνουν στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα. Για να ανθίσουν και να παράγουν κανονικά απαιτείται η έκθεσή τους σε χαμηλές θερμοκρασίες και κατόπιν σε υψηλές θερμοκρασίες, έχοντας δηλαδή απαιτήσεις σε ψύχος κα μετά σε θερμότητα για να καρπίσουν.
Όπως επισημαίνουν οι ερευνητές του Τμήματος Φυλλοβόλων Οπωροφόρων Δένδρων Νάουσας και παρουσιάζεται στο παρακάτω γράφημα, συγκρίνοντας δεδομένα προηγούμενων ετών συμπεραίνεται πως η συσσώρευση ψύχους, σε σύγκριση με την περσυνή χρονιά είναι μειωμένη κατά 32% (37 και 56 μερίδες ψύχους, αντίστοιχα), και λιγότερο μειωμένη με το έτος 2019. Δεδομένα παρουσιάζονται μόνο με το Δυναμικό Μοντέλο μέτρησης διότι είναι το περισσότερο αξιόπιστο.
«Επειδή ο χειμώνας είναι μπροστά περιμένουμε να έρθει το ψύχος τους επόμενους δύο μήνες. Για την πορεία της συσσώρευσης ψύχους θα γίνονται ανακοινώσεις κάθε δεκαπενθήμερο», τονίζουν οι ερευνητές συνιστώντας στους παραγωγούς να αποφεύγεται η φύτευση ποικιλιών με μικρές απαιτήσεις σε ψύχος στη περιοχή της Ημαθίας και Πέλλας, γιατί θα ανθίσουν νωρίς, κινδυνεύοντας από ανοιξιάτικο παγετό, αλλά ούτε και με υψηλές απαιτήσεις σε ψύχος γιατί μπορεί να μην καλυφθούν.
Χειμερινός λήθαργος
Σύμφωνα με το Τμήμα Φυλλοβόλων Οπωροφόρων Δένδρων, Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων, οι απαιτήσεις των φυλλοβόλων οπωροφόρων δένδρων σε ψύχος κατά τη διάρκεια του χειμώνα καθορίζουν τις περιοχές όπου μπορεί να καλλιεργηθεί μία ποικιλία καθώς και αποτελεί ένα επίκαιρο αντικείμενο μελέτης λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Η μη κάλυψη των απαιτήσεων των οφθαλμών σε ψύχος μπορεί να οδηγήσει σε μείωση και υποβάθμιση της παραγωγής καρπών, ακόμα και σε εγκατάλειψη μιας καλλιέργειας.
«Είναι σημαντικό να μετρώνται οι ώρες ψύχους, να γνωρίζουμε τις απαιτήσεις σε ψύχος των ποικιλιών που καλλιεργούνται στη χώρα μας και να εφαρμόζονται τα κατάλληλα καλλιεργητικά μέτρα ή ψεκασμοί σε περιόδους ελλιπούς ψύχους. Τέλος, σε περιοχές με υψηλό ψύχος, πρωίμιση της παραγωγής μπορεί να προκληθεί με την εφαρμογή ψεκασμών με χημικές ουσίες εάν εφαρμοστεί στον κατάλληλο χρόνο που είναι το 70% της συσσώρευσης ψύχους», τονίζεται.