Μείωση της φετινής παραγωγής ελαιολάδου κατά 30% σε σχέση με πέρυσι και «εξαφάνιση» της παραγωγής βρώσιμων ελιών στις ποικιλίες Αμφίσσης και Χαλκιδικής λόγω ακαρπίας προβλέπεται φέτος.
Η νέα ελαιοκομική περίοδος (2023/2024) προβλέπεται σημαντικά μειωμένη ως συνέπεια της περυσινής υπερπαραγωγής (καμπή στην παραγωγή κάθε 2η χρονιά) αλλά και των καιρικών συνθηκών που επικράτησαν. «Εξαιτίας της υγρασίας το άνθος σάπισε πάνω στην ελιά με αποτέλεσμα την πτώση της παραγωγής», λέει ο Μανώλης Καμπιτάκης, πρόεδρος του Συνεταιρισμού Κάτω Ασιτών Ηρακλείου και αντιπρόεδρος στον Σύνδεσμο Αγροτικών Συνεταιριστικών Οργανώσεων και Συνεταιριστικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΑΣΟΕΕ), μιλώντας στην Καθημερινή.
Φέτος η συνολική παραγωγή εκτιμάται (στοιχεία υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων) ότι δεν θα ξεπεράσει τους 215.000 τόνους όταν πέρυσι είχε φτάσει τους 339.000 τόνους.
Στην Κρήτη, σημαντική κοιτίδα της παραγωγής ελαιολάδου της χώρας, οι απώλειες αναμένεται να είναι μεγάλες με μείωση της παραγωγής της τάξης του 60% στο Λασίθι και του 45% στο Ηράκλειο (από 55.000 τόνους πέρυσι στους 30.000 τόνους φέτος), ενώ τα Χανιά από 30.000 τόνους πέρυσι φέτος αναμένεται να πέσουν στους 19.000 τόνους. Σημαντική πτώση της παραγωγής εκτιμάται ότι θα υπάρχει στην Κόρινθο, στην Αργολίδα, στη Λέσβο, στην Κέρκυρα αλλά και στην Ηλεία. Καταστροφή και στη Μαγνησία όπου τα στοιχεία που έρχονται από τις περιφερειακές διευθύνσεις δείχνουν παραγωγή 500 τόνους έναντι 7.500 πέρυσι.
Από την άλλη η Μεσσηνία εμφανίζεται να έχει (πάντα σύμφωνα με τις προβλέψεις) παραγωγή ανάλογη της περυσινής, περίπου 30.000 τόνους. Στην Ηλεία προβλέπεται επίσης πτώση παραγωγής στους 19.500 τόνους από 28.000 πέρυσι.
Και σε Ισπανία και Ιταλία η ξηρασία προκάλεσε μεγάλες καταστροφές στην παραγωγή με αποτέλεσμα να αναμένονται μεγάλες αυξήσεις στις τιμές για τους παραγωγούς αλλά και στη συνέχεια για τους καταναλωτές.
Ακαρπία σε ποσοστό που φτάνει έως και το 90% παρατηρείται και στους ελαιώνες βρώσιμης ελιάς κυρίως της ποικιλίας Αμφίσσης (στην Κεντρική Ελλάδα και ιδίως σε Αιτωλοακαρνανία, Φθιώτιδα, Μαγνησία, Β. Εύβοια, Φωκίδα και Άρτα) και της ποικιλίας Χαλκιδικής. Όσον αφορά την ποικιλία Καλαμών εκτιμάται ότι επίσης θα υπάρχουν μειώσεις στην παραγωγή, οι οποίες όμως ενδέχεται να μην είναι τόσο εκτεταμένες όσο στις άλλες δύο ποικιλίες.
Πέρυσι η παραγωγή ήταν σημαντική, ξεπέρασε τους 400.000 τόνους αν και, όπως επισημαίνει ο κ. Γιώργος Ντούσιας, πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Επιτραπέζιας Ελιάς (ΔΟΕΠΕΛ), «πολλές φορές όταν η παραγωγή είναι μεγάλη, οι ελιές είναι μικρές και δεν είναι εμπορεύσιμες». Σε κάθε περίπτωση φέτος στις επιτραπέζιες Αμφίσσης και Χαλκιδικής αναμένεται ότι δεν θα υπάρξει καθόλου παραγωγή λόγω ακαρπίας. «Και στις περιπτώσεις που υπάρχει μια παραγωγή της τάξης του 5% δεν έχει νόημα να κάνουμε συγκομιδή», τονίζει ο κ. Ντούσιας
Προβλήματα στην αγορά
Οι ασυνήθιστα αυξημένες θερμοκρασίες του προηγούμενου χειμώνα στις περιοχές των ελαιώνων επηρέασαν τους οφθαλμούς των δέντρων με αποτέλεσμα να μην εξελιχθούν σε καρπό. Η Χονδροελιά Χαλκιδικής απαιτεί για αρκετές ώρες την ημέρα τον χειμώνα θερμοκρασία κάτω των 7 βαθμών Κελσίου. Τεράστιο είναι το πρόβλημα για τους ελαιοπαραγωγούς οι οποίοι φέτος θα μείνουν χωρίς εισόδημα, ενώ παράλληλα θα πληγεί και όλος ο κλάδος της μεταποίησης του προϊόντος, επισημαίνει ο κ. Ντούσιας. Παράλληλα, οι μεγαλύτερες ποσότητες βρώσιμης ελιάς εξάγονται, γεγονός που θα επιφέρει επίσης προβλήματα στην αγορά.
Εκπρόσωποι της ΔΟΕΠΕΛ συναντήθηκαν στα τέλη Ιουλίου με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Λευτέρη Αυγενάκη προκειμένου να του εκθέσουν την κατάσταση. «Είναι σημαντικό να φτιαχτεί φάκελος με τα δεδομένα και την επίδραση της κλιματικής αλλαγής στις καλλιέργειες, ο οποίος να προωθηθεί στην Ε.Ε. για να προβλεφθούν αποζημιώσεις», τονίζει ο κ. Ντούσιας.
(Τάνια Γεωργιοπούλου - kathimerini.gr)