Η πρώτη νομή της χρονιάς : Η αμυγδαλιά για δυνατό ξεκίνημα σεζόν


 

Στην Ελλάδα, η συστηµατική καλλιέργεια αµυγδαλιάς άρχισε την δεκαετία του ’60. 

Σήµερα, το 35-50% των ελληνικών αµυγδάλων παράγεται στην Θεσσαλία στους νοµούς Λάρισας και Μαγνησίας, 26-35% στην Μακεδονία στους νοµούς Σερρών και Καβάλας και το υπόλοιπο διάσπαρτα στον ελλαδικό χώρο. Βέβαια, οι παραδοσιακές περιοχές φυτεµένες µε παλιές ποικιλίες και µεγάλα σε ηλικία δένδρα, σε κάποιες περιπτώσεις εγκαταλείπονται και χρησιµοποιούνται πιο παραγωγικές ποικιλίες σε καταλληλότερες περιοχές.

Το 50% των εκτάσεων είναι πεδινές και έχουν καλύτερη απόδοση από τους αµυγδαλεώνες σε ηµιορεινές και ορεινές περιοχές. Επίσης, σηµαντικό ρόλο παίζει και η άρδευση του αµυγδαλεώνα τόσο στην παραγωγή όσο και στην ποιότητα του καρπού.

Σήµερα, παρόλο που ο αριθµός των καλλιεργούµενων εκτάσεων έχει µειωθεί σε σχέση µε τις προηγούµενες δεκαετίες λόγω του υψηλού κόστους παραγωγής και της εισαγωγής αµυγδάλων σε ανταγωνιστικές τιµές, η Ελλάδα συνεχίζει να παράγει σηµαντικές ποσότητες αµυγδάλων.

Συγκεκριμένα, η ελληνική παραγωγή ανέρχεται στο 3,2% της παγκόσµιας αγοράς και στο 10% σε επίπεδο Ευρωπαϊκής ένωσης. Η παγκόσµια παραγωγή αµυγδάλων αυξάνεται τις τελευταίες δεκαετίες λόγω της υψηλής θρεπτικής τους αξίας και της ποικιλίας µορφών κατανάλωσης. Κύρια παραγωγός χώρα είναι οι Η.Π.Α έχοντας το 16% της καλλιεργήσιµης έκτασης και το 30% της παγκόσµιας παραγωγής στηριζόµενη κυρίως στην περιοχή της Καλιφόρνια. Ακολουθεί η Ευρώπη που κατέχει µεν το 52% της καλλιεργήσιµης έκτασης αλλά παράγει γύρω στο 32% της παγκόσµιας παραγωγής.

Η αμυγδαλιά, ανάλογα με την ποικιλία, ανθίζει από τέλη Ιανουαρίου μέχρι τα μέσα Μαρτίου. Από την φύση τους άγριες ποικιλίες έχουν εξελιχτεί να ανθίζουν νωρίς ώστε να προσελκύσουν περισσότερες μέλισσες που θα μεταφέρουν τη γύρη από το αρσενικό λουλούδι στο ωάριο του θηλυκού λουλουδιού, για να γίνει η γονιμοποίηση.

Αν η αμυγδαλιά άνθιζε αργότερα, μαζί με τα άλλα φυτά θα είχε μεγαλύτερο ανταγωνισμό και θα υπήρχε ο κίνδυνος τα έντομα που τη γονιμοποιούν να προτιμούσαν τα άλλα λουλούδια. Έτσι, ανθίζοντας νωρίς και μόνη της διασφαλίζει την παρέμβαση των εντόμων που είναι αναγκασμένα, θέλοντας και μη να την προτιμήσουν. Έτσι είναι όμως ευάλωτη στην παγωνιά.

Είναι δέντρο των θερμών και ξηρών κλιμάτων. Κατά την ανθοφορία, αν η θερμοκρασία κατέλθει στους -4oC για μισή ώρα, μπορεί να προκαλέσει σοβαρή ζημιά επί της ανθοφορίας και τελικά της παραγωγής σε ποσοστό από 20-100%, ανάλογα με την ποικιλία.

Οι ήρεμες καλλιεργούμενες ποικιλίες έχουν επιλεχτεί από τον άνθρωπο που επιδιώκει να αποφύγει το καταστροφικό για την παράγωγη αμυγδάλου παγετό. Έτσι ανθίζουν νωρίς τον Μάρτιο όταν ο καιρός ειναι κατά τεκμήριο καλύτερος.

Η διάρκεια της ανθοφορίας, ανάλογα με τις επικράτουσες κλιματικές συνθήκες, κυμαίνεται από 2-10 ή και περισσότερες ημέρες. Το άνθος της αμυγδαλιάς είναι αυτοασυμβίβαστο.

Οι ποικιλίες της αμυγδαλιάς στην πλειονότητά τους είναι αυτόστειρες και χρειάζονται σταυρεπικονίαση. Για αυτό η παρουσία  μελισσών ειναι καθοριστική για την παραγωγή. Εξαίρεση αποτελούν οι ποικιλίες Truoito, Tuono και Genco που θεωρούνται ως αυτογόνιμες. 

Το άνθος της αμυγδαλιάς, όταν οι καιρικές συνθήκες είναι ευνοϊκές για τις μέλισσες, είναι πιο επιδεκτικό στη σταυρεπικονίαση την επόμενη μέρα από την διάνοιξής του και παραμένει επιδεκτικό, αλλά με βαθμιαία μείωση της επιδεκτικότητας του για 3 ή 4 ακόμα ημέρες.

Η μέλισσα είναι πρακτικά το μοναδικό έντομο με οικονομική σημασία για την αμυγδαλιά και οι παραγωγοί σε όλο τον κόσμο το γνωρίζουν αυτό και τη χρησιμοποιούν στους αμυγδαλεώνες τους για να εξασφαλίσουν την καλύτερη δυνατή σταυρεπικονίαση των άνθεων. 

Είναι γνωστό ότι η αμυγδαλιά ανθίζει, όταν οι ημέρες είναι ψυχρές και μικρής διάρκειας και υπάρχει έλλειψη εντόμων επικονιαστών. Οι μέλισσες την εποχή αυτή του έτους βρίσκονται συνήθως στην πιο αδύνατη τους κατάσταση. Ο καιρός συνήθως είναι ακατάστατος και οι θερμοκρασίες συχνά περιορίζουν τη δραστηριότητα των μελισσών σε 1-3 ώρες κατά το μεσημέρι.

 Οι ανάγκες της αμυγδαλιάς σε ψύχος για τη διακοπή του ληθάργου των οφθαλμών της είναι μικρές (250-400 ώρες, θερμοκρασία κάτω από 7oC) και για αυτό η αμυγδαλιά βλαστάνει και ανθίζει νωρίτερα από όλα τα καρποφόρα δέντρα και ευδοκιμεί σε περιοχές με ήπιο χειμώνα. Κανονική ανάπτυξη αμυγδάλων επιτυγχάνεται σε περιοχές με μακρύ καλοκαίρι άνευ βροχοπτώσεων, αλλά σε καλά αρδευόμενους αμυγδαλεώνες.

Πολλαπλασιασμός 

Η αμυγδαλιά πολλαπλασιάζεται κυρίως με ενοφθαλμισμό με όρθιο Τ πάνω σε υποκείμενα σπορόφυτα ή κλώνους ηλικίας 1-2 ετών, αν και μερικές φορές χρησιμοποιείται ο εγκεντρισμός (σχιστός ή υπόφλοιος στεφανίτης) συνήθως σε δέντρα μεγάλης ηλικίας. Ο ενοφθαλμισμός μπορεί να γίνει νωρίς την άνοιξη μόλις αρχίσει να αποκολλάται εύκολα ο φλοιός του υποκειμένου με κοιμώμενο οφθαλμό από εμβολιοφόρους βλαστούς, που κόπηκαν έγκαιρα και διατηρήθηκαν κατάλληλα συσκευασμένοι σε θερμοκρασία 3-4oC. Σαν πιο κατάλληλη εποχή θεωρείται το καλοκαίρι (μέσα Ιουλίου) και το φθινόπωρο (αρχές Σεπτεμβρίου) με ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες, περίοδοι που εξασφαλίζουν και κατάλληλα εμβόλια.

Δυνατό ξεκίνημα για τα μελίσσια.  

Η αμυγδαλιά ως μελισσοκομικό φυτό ειναι ζωτικό για το ξεκίνημα της ανάπτυξης του μελισσιού καθώς δίνει νέκταρ και γύρη. 

Η γύρη της αμυγδαλιάς που συλλέγουν οι μέλισσες έχει το χρώμα της ώχρας,  και μαζί με το αρωματικό νέκταρ επιδρούν δυναμωτικά και πυροδοτούν την γέννα της βασίλισσας βοηθώντας έτσι στην ανανέωση του  πληθυσμού. 

Σε περιοχές που καλλιεργείται συστηματικά  και οι ανθοφορίες των αμυγδαλεώνων διαδέχονται η μια την άλλη, οι μέλισσες συλλέγουν άφθονες ποσότητες γύρης και νέκταρος που ανανεώνουν τον πληθυσμό και δυναμώνουν τα μελίσσια ταχύτατα ώστε να  γίνουν παραγωγικά και να ριχτούν σε νομές όπως το ανοιξιάτικο ρεικι.

Νεότερη Παλαιότερη
1231

نموذج الاتصال